Προεπισκόπηση

Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2012

ΣΚΕΨΕΙΣ ΣΤΟ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 30 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

15 Του Πρωτ. Γεωργίου Δορμπαράκη
“Ταύτας ούν έχοντες τάς επαγγελίας, αδελφοί, καθαρίσωμεν εαυτούς από παντός μολυσμού σαρκός καί πνεύματος, επιτελούντες αγιωσύνην εν φόβω Θεού”

Τό μικρό αποστολικό ανάγνωσμα τής σημερινής Κυριακής από τήν Β´ πρός Κορινθίους επιστολή τού αποστόλου Παύλου συμπυκνώνει σέ λίγες μόνο γραμμές τίς υποσχέσεις τού Θεού γιά τόν άνθρωπο, τήν μεγαλειώδη δηλαδή προοπτική πού τού έχει ορίσει, αλλά καί τό πώς ο άνθρωπος θά μπορέσει νά φτάσει αυτό τό όριο... δεδομένου ότι η σωτηρία ως πραγμάτωση τού τεθειμένου σ᾽ αυτόν σκοπού από τόν Δημιουργό απαιτεί καί τήν δική του συμμετοχή, τήν δική του συνέργεια. ῾῎Εχοντας αυτές τίς υποσχέσεις τού Θεού, αδελφοί, άς καθαρίσουμε τούς εαυτούς μας από κάθε τι πού μολύνει τό σώμα καί τήν ψυχή. ῎Ας ζήσουμε μία αγία ζωή μέ φόβο Θεού᾽.

1. ῾Ο απόστολος Παύλος δέν παύει σέ κάθε
ευκαιρία πού τού δίνεται νά δείχνει στούς πιστούς χριστιανούς τόν σκοπό γιά τόν οποίο μάς δημιούργησε ο Θεός. Καί ο σκοπός αυτός δέν είναι νά είμαστε οι χριστιανοί απλώς οι καθώς πρέπει άνθρωποι, οι καλοί καί νομοταγείς πολίτες, εκείνοι πού θά σκύβουν τό κεφάλι στούς εκάστοτε άρχοντες τού κόσμου τούτου, προκειμένου νά επιτελούν αυτοί τά όποια δίκαια ή άδικα σχέδιά τους. Ούτε βέβαια είναι νά γίνει ο χριστιανός ένας ηθικός άνθρωπος, κατά τόν τύπο τού ῾καλού καγαθού᾽ ανθρώπου πού συνιστούσε τήν προοπτική τής αρχαιοελληνικής ανθρωπολογίας. Τέτοια οράματα καί τέτοιοι τύποι ανθρώπων μπορεί νά εξυπηρετούν μία κοινωνία πού κατανοεί τόν εαυτό της οριζόντια καί επίπεδα, αλλά πόρρω απέχει από τήν μεγαλειώδη προοπτική, όπως είπαμε, πού ο ίδιος ο Θεός έχει θέσει γιά τόν άνθρωπο, ο οποίος ζεί βεβαίως μέσα στόν κόσμο τούτο, αλλά ταυτοχρόνως υπέρκειται αυτού, διότι έχει βάθος αιώνιο.

2. Η προοπτική τού ανθρώπου, κατά τόν απόστολο πού εκφράζει την εμπειρία τής ᾽Εκκλησίας, είναι ο άνθρωπος νά γίνει ένα μέ τόν αιώνιο καί παντοδύναμο Θεό. Αυτός πού φαίνεται τόσο αδύναμος καί μικρός έχει κληθεί νά είναι ο βασιλέας τής κτίσης, εκείνος πρός τόν οποίο κατατείνουν τά υπόλοιπα δημιουργήματα, κι αυτό γιατί ο ίδιος ο Θεός θέλησε νά τόν δημιουργήσει ῾κατ᾽ εικόνα καί καθ᾽ ομοίωσιν᾽ ᾽Εκείνου, πού σημαίνει ότι στά όρια τής δικής του ύπαρξης ο άνθρωπος μπορούσε νά φανέρωνε τόν ίδιο τόν Δημιουργό του. Καί ναί μέν, ως γνωστόν, η απαρχής αυτή προοπτική χάθηκε, λόγω τής πτώσης του στήν αμαρτία, ο ενανθρωπήσας όμως Θεός,
ο Κύριος ᾽Ιησούς Χριστός, ερχόμενος στόν κόσμο, τού ξανάνοιξε αυτήν τήν προοπτική, ενσωματώνοντάς τον στόν ίδιο Του τόν εαυτό, κάνοντάς τον συνεπώς μέλος τού ίδιου τού σώματός Του.

Μέσα στήν ᾽Εκκλησία, τό σώμα τού Χριστού, ο άνθρωπος γίνεται ένα μέ τόν Χριστό, διά τού αγίου βαπτίσματος, τού αγίου χρίσματος, τής συμμετοχής του στήν Θεία Ευχαριστία, κι αρχίζει νά λειτουργεί κατά τά ίχνη ᾽Εκείνου.
Ο απόστολος λοιπόν Παύλος τονίζει γιά μία ακόμη φορά στούς Κορινθίους ότι αυτή είναι η κλήση τους: ῾῾Υμείς γάρ ναός Θεού εστε ζώντος᾽, συνεπώς αυτό πού ο Θεός είχε υποσχεθεί απαρχής τώρα βρίσκει τήν εκπλήρωσή του: ο ίδιος θά κατοικήσει μέσα τους καί θά περπατήσει στήν ύπαρξή τους. ῾᾽Ενοικήσω εν αυτοίς καί εμπεριπατήσω, καί έσομαι αυτών Θεός καί αυτοί έσονταί μοι λαός᾽. Μέ άλλα λόγια, ο χριστιανός κατανοεί τόν εαυτό του χαρισματικά: συνιστά προέκταση τού Χριστού, νιώθει ως κλήμα στήν άμπελο ᾽Εκείνου, λίθος στό οικοδόμημα τού Χριστού. Μπορεί καί αυτός νά πεί, σάν τόν απόστολο, ῾ζώ δέ ουκέτι εγώ, ζή εν εμοί Χριστός᾽.

3. Είναι ευνόητο ότι η αυτοσυνειδησία αυτή τού χριστιανού τόν καθιστά στόν κόσμο ῾εν σαρκί περιπολούντα Θεόν᾽. Κανείς καί τίποτε δέν υπέρκειται αυτού, πέραν τού ίδιου τού Χριστού καί τού σώματός Του.
Ο χριστιανός ζεί μέσα στήν ατμόσφαιρα τής ελευθερίας τής χάρης τού Πνεύματος τού Θεού. Μπορεί τό σώμα του νά τό δεσμεύσουν καί ίσως νά τό σκοτώσουν, αλλά τό πνεύμα του παραμένει πάντοτε ελεύθερο. ῾Μή φοβηθήτε από τών αποκτεννόντων τό σώμα, τήν δέ ψυχήν μή δυναμένων τι ποιήσαι᾽, κατά τόν λόγο τού Κυρίου. ῞Οπως θά τό διατυπώσει καί αλλού ο απόστολος Παύλος, πού δίνει τήν ορθή ιεράρχηση στή ζωή τού πιστού:

῾Τά πάντα υμών εστι, υμείς δέ Χριστού, Χριστός δέ Θεού᾽. ᾽Από τήν άποψη αυτή ο χριστιανός είναι μέν κομμάτι αυτού τού κόσμου, προσδιοριζόμενος από αυτόν σ᾽ έναν βαθμό, υποτάσσεται βεβαίως στήν κοσμική εξουσία, πού ως θεσμός είναι μέ τό θέλημα τού Θεού, δέν καθορίζεται όμως από τόν κόσμο καί τήν εξουσία ως πρός αυτό πού συνιστά τόν βαθύτερο εαυτό του.
Ο χριστιανός ζεί όπως καί ο Χριστός, γιατί ακριβώς σ᾽ αυτό κλήθηκε.

4. ῎Αν όμως η ενότητα μέ τόν Χριστό εν ᾽Εκκλησία αποτελεί τήν πραγματικότητα καί τήν προοπτική τού κάθε πιστού, αυτό δέν υπάρχει χωρίς προϋποθέσεις. Οι υποσχέσεις καί οι δωρεές τού Θεού στόν άνθρωπο απαιτούν καί τή δική του συγκατάθεση καί συνέργεια. Χωρίς αυτήν τήν συνέργεια οι δωρεές τού Θεού παραμένουν ανενέργητες, κι αυτό σημειώνει επίσης ο απόστολος Παύλος στό κείμενό του.
῾Μπροστά στίς υποσχέσεις πού μάς έδωσε ο Θεός, άς καθαρίσουμε τόν εαυτό μας από κάθε τι πού μολύνει τό σώμα καί τήν ψυχή᾽. Προκειμένου δηλαδή νά ενεργοποιείται η ενότητα τού χριστιανού μέ τόν Χριστό, απαιτείται ο χριστιανός νά αγωνίζεται γιά τήν κάθαρση τού εαυτού του, καί τής ψυχής καί τού σώματός του.

Διότι η ζωή στόν κόσμο τούτο, παρ᾽ όλη τή δύναμη πού πήρε ο πιστός από τό βάπτισμα ώστε νά μή αμαρτάνει, κατά τόν λόγο τού αγίου ᾽Ιωάννου τού Θεολόγου (῾πάς ο γεγεννημένος εκ τού Θεού αμαρτίαν ου ποιεί, ότι σπέρμα αυτού εν αυτώ μένει᾽(Α´ ᾽Ιωάν. 3, 9) είναι γεμάτη παγίδες πού καθιστούν ευάλωτο τόν χριστιανό, άν λίγο χαλαρώσει τήν ένταση τού πνευματικού του αγώνα. Θέλουμε νά πούμε ότι ναί μέν τό βάπτισμα, ως ενσωμάτωση στό σώμα τού Χριστού, μάς δίνει τή δύναμη τής αναμαρτησίας, όμως δέν μάς παγιώνει καί σ᾽ αυτήν.
Η τρεπτότητα τής ελεύθερης βούλησής μας στό καλό ή στό κακό εξακολουθεί καί υφίσταται – στόν βαπτισμένο δέν υπάρχει αναγκαστική ροπή πρός τήν αμαρτία - πού σημαίνει ότι άν κανείς ξεχαστεί, εμπλεκόμενος στίς μέριμνες τού κόσμου τούτου, οπωσδήποτε θά αμαρτήσει, συνεπώς θά χάσει τή χάρη τής ενότητάς του μέ τόν Κύριο. Κι επειδή υπάρχουν αμαρτίες πού ανάγονται στό πνεύμα τού ανθρώπου καί αμαρτίες πού ανάγονται στό σώμα του, ό,τι χαρακτηρίζουν οι άγιοι ψυχικά καί σωματικά πάθη, γι᾽ αυτό καί η λησμοσύνη τού Θεού θά φέρει τόν μολυσμό καί στό πνεύμα καί στό σώμα.

Γιά παράδειγμα: η κενοδοξία καί η υπερηφάνεια συνιστούν μολυσμό τού πνεύματος, η γαστριμαργία καί η πορνεία καί η μοιχεία συνιστούν μολυσμό τού σώματος. ᾽Εννοείται βεβαίως ότι λόγω τής ενότητας τού ανθρώπου ως ψυχοσωματικής οντότητας η κάθε αμαρτία μολύνει καί τά δύο στοιχεία του ταυτόχρονα: ο μολυσμός τής ψυχής αντανακλά καί στό σώμα – η γαστριμαργία γιά παράδειγμα σημαίνει ότι πρωτίστως τό πνεύμα τού ανθρώπου αλώθηκε από τά σαρκικά πάθη - ο τόνος όμως είτε στήν ψυχή είτε στό σώμα πέφτει ανάλογα μέ τό είδος τής αμαρτίας.
Γι᾽ αυτό ακριβώς καί η ᾽Εκκλησία μας επιμένει πάντοτε στήν άσκηση τού πιστού καί πνευματικά καί σωματικά. Βεβαίως δηλαδή θά κάνει ο πιστός άσκηση γιά ταπείνωση, προκειμένου νά κρατήσει καθαρή τήν ψυχή του από τήν υπερηφάνεια, αλλά χωρίς τήν παράλληλη άσκηση στή νηστεία καί τήν εγκράτεια, γιά τήν υπέρβαση τών σωματικών παθών, δέν πρόκειται τελικώς νά καταφέρει τίποτε.

5. ῾Ο απόστολος όμως επιμένει στήν άσκηση γιά τή διακράτηση τής καθαρότητας τού ανθρώπου από τόν μολυσμό τών ψυχικών καί τών σωματικών παθών.
῾῎Ας ζήσουμε αγία ζωή – λέει – μέ φόβο Θεού᾽. Μέ άλλα λόγια τότε κανείς μπορεί νά κρατήσει τήν καθαρότητα τού αγίου βαπτίσματος, νά κρατήσει δηλαδή τή χάρη τού αγίου Πνεύματος ενεργούσα στήν καρδιά του, όταν αγωνίζεται νά επιτελεί τήν αγιωσύνη: νά ζεί αγία ζωή εν φόβω Θεού. Κι αυτό σημαίνει: ο πνευματικός αγώνας δέν έχει χαρακτήρα αρνητικό – νά μήν κάνω απλώς κάτι αμαρτωλό - αλλά χαρακτήρα θετικό.

Τότε δηλαδή δέν αμαρτάνω καί δέν μολύνομαι από τά ψυχικά καί τά σωματικά πάθη, όταν είμαι προσανατολισμένος στήν αγία ζωή πού φέρνει η υπακοή στίς εντολές τού Κυρίου. Στόν βαθμό πού μέ τή χάρη τού Θεού ως μέλος τής ᾽Εκκλησίας τηρώ τίς εντολές ᾽Εκείνου, φανερώνοντας έτσι ότι Τού ανήκω καί Τόν αγαπώ -
῾εάν αγαπάτε με τάς εντολάς τάς εμάς τηρήσατε᾽, είπε – στόν βαθμό αυτό είμαι ενωμένος μαζί Του καί νιώθω τή ζωντανή παρουσία Του στήν ύπαρξή μου. Δέν πυροβολώ τό σκοτάδι γιά νά φύγει, αλλά ανάβω τό φώς, όπως σημείωνε τόσο όμορφα ο αγιασμένος Γέροντας Πορφύριος, θέλοντας ακριβώς νά τονίσει μέ τόν απλό αυτόν τρόπο τόν θετικό χαρακτήρα, όπως είπαμε, τής πνευματικής ζωής.

Τό πρόβλημα ημών τών χριστιανών, από ό,τι φαίνεται, είναι ότι δέν πιστεύουμε τό τί ο Θεός μάς έχει δώσει καί τί ακόμη μάς έχει ετοιμάσει. Τίς υποσχέσεις Του τίς αντιμετωπίζουμε ως κάτι θεωρητικό καί ῾παραμυθένιο᾽.
Γι᾽ αυτό καί μένουμε στή μιζέρια τών παθών καί τών αδυναμιών μας. Κάνουμε τό λάθος – καρπό τής ολιγοπιστίας κι ίσως τής απιστίας μας – νά βλέπουμε τή δική μας μικρότητα κι όχι τή μεγαλωσύνη τού δωρεοδότου. ᾽

Αλλά ο Χριστός μάς δίνει άλλη όραση. Μάς προσανατολίζει στήν αγάπη Του πού τήν εξέφρασε έμπρακτα κυρίως μέ τόν Σταυρό Του καί τή συνεχίζει αδιάκοπα στήν ᾽Εκκλησία Του, κατεξοχήν μέσα από τό μυστήριο τής Ευχαριστίας, όπου συνεχίζει νά μελίζεται καί νά προσφέρεται στόν κάθε εν μετανοία προσερχόμενο πιστό.
Τού Θεού τήν αγάπη μάς υπενθυμίζει σήμερα καί ο απόστολος Παύλος, τίς άπειρες δωρεές Του στά πλάσματά Του καί τίς χωρίς όριο υποσχέσεις Του: νά γίνουμε κι εμείς ένα μ᾽ Εκείνον. Είναι ήδη δοσμένα αγαθά, αρκεί νά θελήσουμε νά τά πάρουμε καί νά τά κρατήσουμε. Αυτή είναι καί η έννοια τού πνευματικού αγώνα γιά κάθαρσή μας στήν ᾽Εκκλησία. 


Πηγή από: http://www.agioritikovima.gr/