Προεπισκόπηση

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2012

Βίος Οσίου Ιωάννη του Θεριστή του εν Καλαβρία

Ο Όσιος Ιωάννης ο Θεριστής ο εν Καλαβρία εορτάζει στις 24 Φεβρουαρίου

Ο Όσιος Ιωάννης γεννήθηκε περί τις αρχές του 10ου αιώνος μ.Χ. στο Πάνορμο της Σικελίας. Η μητέρα του ήταν αιχμάλωτη Ορθόδοξη Χριστιανή στο παλάτι του τοπικού
μουσουλμάνου άρχοντος, που την είχε ως σύζυγό του και ονομαζόταν Καλλίστη.

Ο Όσιος μεγάλωνε σύμφωνα με τα ήθη των Σαρακηνών. Μόνο η μητέρα του τού μιλούσε μυστικά από την παιδική του ηλικία για τον Χριστό. Όταν έφθασε σε ηλικία 14 ετών,
του φανέρωσε την αληθινή του πατρίδα, την Καλαβρία και τον προέτρεψε να μεταβεί εκεί για να βαπτισθεί Ορθόδοξος. Στη συνέχεια η ευλαβής Καλλίστη ασπάσθηκε το παιδί
της και του επέδωσε τον Τίμιο Σταυρό, τον οποίο φύλασσε κρυφά και ήταν η μόνη της παρηγοριά στις θλίψεις της ομηρίας. Ο Όσιος διέφυγε με θαυμαστό τρόπο την καταδίωξη
των Αγαρηνών και αποβιβάσθηκε στην ακτή του Στύλου, όπου και βαπτίσθηκε υπό του Ορθοδόξου Επισκόπου Ιωάννου, ο οποίος του έδωσε το όνομά του. Στη συνέχεια
ακολούθησε το μοναχικό βίο και έφθασε σε υψηλά μέτρα αρετής και αγιότητος.

Ο Ιωάννης πήγαινε τακτικά στην Εκκλησία, προσκυνούσε τον Τίμιο Σταυρό και ζητούσε εξηγήσεις για τις άγιες εικόνες που έβλεπε. Βλέποντας δίπλα στον Χριστό τον Άγιο
Προφήτη και Βαπτιστή Ιωάννη, ερώτησε: «Ποιος είναι αυτός ο Άγιος που είναι ντυμένος με δέρμα καμήλας;». Του απάντησαν: «Είναι ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, ο προφήτης που
έζησε στην έρημο και τρεφόταν με ακρίδες και άγριο μέλι. Είναι εκείνος που βάπτισε τον Χριστό μας στον ποταμό Ιορδάνη. Να τον μιμηθείς, γιατί έχεις το όνομά του». Ακούγοντας
τον βίο του Τιμίου Προδρόμου, ο Ιωάννης γέμισε όλος από θείο πόθο και παρακάλεσε τον Επίσκοπο να του δείξει έναν ερημικό τόπο όπου θα μπορούσε να σώσει την ψυχή
του. Εκείνος τότε του υπέδειξε ένα αρχαιότατο μοναστήρι σε μια δασώδη κοιλάδα, ανάμεσα στους ποταμούς Άσση και Στύλαρο. Αυτός πήγε εκεί και βρήκε δύο Αγίους μοναχούς,
τον Αμβρόσιο και το Νικόλαο. Εκείνοι στην αρχή ήταν αρνητικοί και τον άφησαν έξω από την πόρτα του μοναστηριού, μέχρι που, θαυμάζοντας την σταθερότητά του και την
επιμονή του, τον δέχθηκαν κοντά τους, για να αρχίσει την αγγελική ζωή και να φθάσει σε ύψη αγιότητος.

Κάποτε στο Ροβιάνο, από τη μεριά του Μοναστεράτσε, ήταν ένας ευεργέτης που κάθε χρόνο, μετά το θερισμό, έδινε λίγο στο μοναστήρι. Τον μήνα Ιούνιο ο Ιωάννης πήγε να τον
βρει, παίρνοντας μαζί του κι ένα μικρό παγούρι κρασί. Καθώς διάβαινε ανάμεσα στα χωράφια, οι χωρικοί άρχισαν να τον περιπαίζουν, αλλά ο πράος Ιωάννης τους πλησίασε και
έδωσε σε όλους να φάνε και να πιούνε. Όλοι έτρωγαν το ψωμί και έπιναν κρασί, αλλά το ψωμί δεν τελείωνε, ούτε άδειαζε το παγούρι. Μόλις το είδε αυτό ο Όσιος γονατιστός
ευχαριστούσε τον Θεό όταν ξαφνικά σκοτείνιασε ο ουρανός, ενώ ήταν μεσημέρι και μια μπόρα έπεσε στον κάμπο. Οι θεριστές έτρεξαν να προστατευθούν. Μόνο ο Ιωάννης
έμεινε εκεί προσευχόμενος. Μόλις κόπασε η βροχή, γύρισαν οι θεριστές για την δουλειά τους και βρήκαν θερισμένα όλα τα στάχυα, δεμένα στην σειρά δεμάτια και στεγνά.
Γι' αυτό και ονομάσθηκε Θεριστής.

Ο Όσιος προείπε την κοίμησή του, το δε τίμιο λείψανο αυτού κατέστη πηγή θαυμάτων και ιάσεων παντοδαπών, ώστε και αυτοί οι Φράγκοι κατακτητές, ανήγειραν μετά του
πιστού Ορθόδοξου λαού μεγαλοπρεπή ναό προς τιμήν του. Από τότε, όμως, άρχισε ο εκλατινισμός της περιοχής και έτσι οι τελευταίοι Λατίνοι μοναχοί εγκατέλειψαν τη μονή και
μετέβησαν στον Στύλο φέρνοντας εκεί μαζί τους, όπου και σώζονται μέχρι σήμερα, τα τίμια λείψανα του Οσίου και των Αγίων Αμβροσίου και Νικολάου, των διδασκάλων αυτού.

Η ιστορία δεν διέσωσε την ακριβή ημερομηνία κατά την οποία ο Όσιος κοιμήθηκε με ειρήνη και αναπαύθηκε στους κόλπους του Αβραάμ. Η παράδοση θέλει την εορτή της
μνήμης του Αγίου αυτή την ημέρα, μαζί με την εορτή της ευρέσεως της Τιμίας κεφαλής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, γιατί ο Όσιος Ιωάννης ήταν ένας πρόδρομος της
σωτηρίας, ένας νέος πρόδρομος της βασιλείας των ουρανών.



Απολυτίκιον
Τὴν λαμπράν κατέλειψας νῆσον Σικελῶν, ἐπαρχίαν ὄλβιον πατρός, καὶ ταῖς μητρὸς πιστῆς παραινέσεσι, τὴν Καλαβρίαν δὲ ἁγίαν κατέλαβες,
Ἰωάννη Πάτερ ἡμῶν, διὸ ὑπὲρ ἡμῶν δυσώπει τὸν Κύριον.

Κοντάκια. Πρὸς τό· Τράνωσον.
Ὥσπερ ἐν ἄλσει ἔρνος ἐλαίας, ὡς μῆλον ἐν τῷ δρυμῷ, κρίνον ἐν τῷ ἀγρῷ, ὡς ἐν ἀκάνθαις ἡδύπνοον, ῥόδον εὑρόν σε τὸ θεῖον Πνεῦμα,
ἐξ ἀπίστων ἐξῆξε σοφῇ προνοίᾳ, καὶ φωτισμῷ, τοῦ βαπτίσματος ὅλον ἐλάμπρυνε, ἐντεῦθεν ἧρας ἐπ’ ὤμοις, τὸν σταυρὸν καὶ ὁσίως ἐμόνασας,
σκιρτῶσαν σάρκα κατέτηξας, Ἰωάννη Ὁσίων τὸ καύχημα, διὸ ὑπὲρ ἡμῶν δυσώπει τὸν Κύριον.

Ἄριστος ὦν καὶ πρὸ τοῦ μονάσαι, ἐξ οἰκείων ἱδρώτων, καὶ καυσώδους κόπου, τοὺς πεινωμένους διέτρεφες, ἀσύγκριτον ποιῶν ἐργασίαν,
ἐν τῷ θέρει ὡς ἄλλος οὐδεὶς ἐν βίῳ, ὀνομαστός, καὶ επωνομασμένος ἐκ τούτου φανείς, πρὸς τούτοις πόσει καὶ δίψει, προσευχῇ καὶ
δεήσει ἐγκαρτερῶν, ναὸν σαυτὸν ἐπετελεσας, καθαρὸν καὶ δοχεῖον τοῦ Πνεύματος, διὸ ὑπὲρ ἡμῶν δυσώπει τὸν Κύριον.

Κάθισμα
Ἐν σκηναῖς οὐρανίαις ἡ καθαρὰ καιὶ ἄμωμος, ψυχή σου χοροβατεῖ, σὺν Ἀγγέλοις Ὅσιε, καὶ σὺν πᾶσι Ἁγίοις, καὶ ἐπὶ γῆς καὶ πάντιμος,
σορὸς τῶν λειψάνων σου, ἐκτελεῖ παράδοξα, τοῖς πίστει προστρέχουσι, δόξαν ἐκομίσω, παρὰ τοῦ στεφοδότου, ἀξίαν τῶν πόνων σου,
εἰληφὼς τὴν ἀντάμειψιν, Ἰωάννη μακάριε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν τὴν ἄφεσιν.

Στιχηρά. Ὅτε ἐκ τοῦ Ξύλου.
Ὤφθης, ἀπὸ βρέφους ἀγαθήν, Πάτερ ἐκλεξάμενος ὄντως, μερίδα φίλος Θεοῦ, πατρικὴν ἀσέβειαν, ἀπαρνήσαμενος, μητρικὴν δὲ εὐσέβειαν,
ποθήσας ἐμφρόνως, ὅθεν συγχορεύεις νῦν, τῶν πρωτοτόκων σκηναῖς, ἔνθα, μνημονεύων μὴ παύσῃ, τῶν ἐπιτελούντων σου πόθῳ,
τὸ φαιδρὸν μνημόσυνον μακάριε.

Θεῖον, προσκυνοῦντά σε Σταυρόν, καὶ ταῖς ἐκκλησίαις παμμάκαρ, ἀεὶ σχολάζοντα, καὶ φωτὸς δεικνύμενον, καὶ ἡμέρας υἱόν, οἱ τοῦ σκότους
μὴ φέροντες, ἀπόγονοι βλέπειν, τύπτοντες ἐμάστιζον, καὶ σὲ κατηχίζοντα, σὲ δέ, διεφύλαττε χάρις, θεία εἰς πολλῶν σωτηρίαν,
ἀξιομνημόνευτε Πάτερ ἡμῶν.

Λόγοις, πειθαρχήσας τῆς μητρός, τὴν τῆς ἀσεβείας μητέρα, πόλιν κατέλιπες, καὶ τὴν πρὸς εὐσέβειαν, φέρουσαν ἤνυες, ἄτραπον παναοίδιμε,
ἐν ᾗ θείῳ ζήλῳ, ὥσπερ τὸν Αἰγύπτιον, πάλαι ὁ μέγας Μωσῆς, οὕτως, καὶ αὐτὸς κατασφάξας, τὸν ἐχθρὸν καὶ βάρβαρον κύνα, ἐκ θανάτου
ἥρπασας ἀθώων ψυχάς.

Εξαποστειλάριον
Ἄγγελοι τὴν μέγιστην ὑπομονήν σου, καὶ ἄνθρωποι ἐξίστανται εννοοῦντες, δαιμόνων πληθὺς ἔφριττεν, ὡς ἐτελεις ἐν τῇ κρυμώδει λίμνῃ,
στάσεις παννύχους, αὐτοπροαίρετος Μάρτυς, καὶ μοναζόντων τὸ κλέος.
 
πηγή από: http://xristianos.gr/