Προεπισκόπηση

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2012

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 21 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ

15 (Λουκ. η΄ 27-39)
Τώ καιρώ εκείνω, ελθόντι τώ Ιησού εις τήν χώραν τών Γαδαρηνών, υπήντησεν αυτώ ανήρ τις εκ τής πόλεως, ός είχε δαιμόνια εκ χρόνων ικανών, καί ιμάτιον ουκ ενεδιδύσκετο καί εν οικία ουκ έμενεν, αλλ᾿ εν τοίς μνήμασιν. Ιδών δέ τόν Ιησούν καί ανακράξας προσέπεσεν αυτώ καί φωνή μεγάλη είπε•

Τί εμοί καί σοί, Ιησού, Υιέ τού Θεού τού υψίστου; δέομαί σου, μή με βασανίσης.Παρήγγειλε γάρ τώ πνεύματι τώ ακαθάρτω εξελθείν από τού ανθρώπου. Πολλοίς γάρ χρόνοις συνηρπάκει αυτόν, καί εδεσμείτο αλύσεσι καί πέδαις φυλασσόμενος, καί διαρρήσσων τά δεσμά ηλαύνετο υπό τού δαίμονος εις τάς ερήμους. Επηρώτησε δέ αυτόν ο Ιησούς λέγων• Τί σοί εστιν όνομα;
Ο δέ είπε• Λεγεών• ότι δαιμόνια πολλά εισήλθεν εις αυτόν• καί παρεκάλει αυτόν ίνα μή επιτάξη αυτοίς εις τήν άβυσσον απελθείν. Ήν δέ εκεί αγέλη χοίρων ικανών βοσκομένων εν τώ όρει• καί παρεκάλουν αυτόν ίνα επιτρέψη αυτοίς εις εκείνους εισελθείν• καί επέτρεψεν αυτοίς.

Εξελθόντα δέ τά δαιμόνια από τού ανθρώπου εισήλθον εις τούς χοίρους, καί ώρμησεν η αγέλη κατά τού κρημνού εις τήν λίμνην καί απεπνίγη. Ιδόντες δέ οι βόσκοντες τό γεγενημένον έφυγον, καί απήγγειλαν εις τήν πόλιν καί εις τούς αγρούς.
Εξήλθον δέ ιδείν τό γεγονός, καί ήλθον πρός τόν Ιησούν καί εύρον καθήμενον τόν άνθρωπον, αφ᾿ ού τά δαιμόνια εξεληλύθει, ιματισμένον καί σωφρονούντα παρά τούς πόδας τού Ιησού, καί εφοβήθησαν. Απήγγειλαν δέ αυτοίς οι ιδόντες πώς εσώθη ο δαιμονισθείς. Καί ηρώτησαν αυτόν άπαν τό πλήθος τής περιχώρου τών Γαδαρηνών απελθείν απ᾿ αυτών, ότι φόβω μεγάλω συνείχοντο.

Αυτός δέ εμβάς εις τό πλοίον υπέστρεψεν.
Εδέετο δέ αυτού ο ανήρ, αφ᾿ ού εξεληλύθει τά δαιμόνια, είναι σύν αυτώ• απέλυσε δέ αυτόν ο Ιησούς λέγων• Υπόστρεφε εις τόν οίκόν σου καί διηγού όσα εποίησέ σοι ο Θεός. Καί απήλθε καθ᾿ όλην τήν πόλιν κηρύσσων όσα εποίησεν αυτώ ο Ιησούς.

Μέταφραση στη νεοελληνική:

Εκείνο τόν καιρό, καθώς έφτασε ο Ιησούς στήν περιοχή τών Γαδαρηνών, τόν συνάντησε κάποιος άνδρας από τήν πόλη, πού είχε μέσα του δαιμόνια από πολύν καιρό. Ρούχο δέν ντυνόταν ούτε έμενε σέ σπίτι, αλλά ζούσε στά μνήματα.

Όταν είδε τόν Ιησού, έβγαλε μιά κραυγή, έπεσε στά πόδια του καί τού είπε μέ δυνατή φωνή:
«Τί δουλειά έχεις εσύ μ’ εμένα Ιησού, Υιέ τού ύψιστου Θεού; Σέ παρακαλώ μή μέ βασανίσεις». Αυτά τά είπε, γιατί ο Ιησούς είχε διατάξει τό δαιμονικό πνεύμα νά βγεί από τόν άνθρωπο. Από πολλά χρόνια τόν είχε στήν εξουσία του, καί γιά νά τόν συγκρατήσουν τόν έδεναν μέ αλυσίδες καί τού έβαζαν στά πόδια σιδερένια δεσμά. Εκείνος όμως έσπαζε τά δεσμά, καί τό δαιμόνιο τόν οδηγούσε στίς ερημιές.

Ο Ιησούς τόν ρώτησε: «Ποιό είναι τό όνομά σου;» Εκείνος απάντησε: «Λεγεών»• γιατί είχαν μπεί μέσα του πολλά δαιμόνια. Τά δαιμόνια, λοιπόν, τόν παρακαλούσαν νά μήν τά διατάξει νά πάνε στήν άβυσσο.
Εκεί κοντά ήταν ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους πού έβοσκαν στό βουνό, καί τά δαιμόνια παρακαλούσαν τόν Ιησού νά τούς επιτρέψει νά μπούν στούς χοίρους, καί τούς τό επέτρεψε. Βγήκαν, λοιπόν, από τόν άνθρωπο καί μπήκαν στούς χοίρους. Τότε τό κοπάδι όρμησε πρός τόν γκρεμό καί πνίγηκε στή λίμνη. Μόλις οι βοσκοί είδαν τί έγινε, έφυγαν καί τό είπαν στήν πόλη καί στήν ύπαιθρο. Βγήκαν οι άνθρωποι νά δούν τί έγινε καί ήρθαν κοντά στόν Ιησού.

Βρήκαν τόν άνθρωπο από τόν οποίο βγήκαν τά δαιμόνια νά κάθεται δίπλα στόν Ιησού, νά φοράει ρούχα καί νά φέρεται λογικά, καί φοβήθηκαν. Όσοι είχαν δεί τί είχε γίνει, τούς είπαν γιά τό πώς ο δαιμονισμένος σώθηκε. Τότε όλο τό πλήθος από τήν περιοχή τών Γαδάρων παρακαλούσαν τόν Ιησού νά φύγει από κοντά τους, γιατί τούς είχε πιάσει μεγάλος φόβος. Εκείνος μπήκε στό πλοιάριο γιά νά γυρίσει πίσω.
Ο άνθρωπος από τόν οποίο είχαν βγεί τά δαιμόνια τόν παρακαλούσε νά τόν πάρει μαζί του. Ο Ιησούς όμως τού είπε νά φύγει, μέ τά παρακάτω λόγια: «Γύρισε στό σπίτι σου καί διηγήσου όσα έκανε σ’ εσένα ο Θεός». Εκείνος έφυγε διαλαλώντας σ’ όλη τήν πόλη όσα έκανε σ’ αυτόν ο Ιησούς. 


Πηγή από: http://www.agioritikovima.gr/